Ζαχαροπλαστείο «Βαλσαμάκη και Λαδά», 1935

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

Μια φωτογραφία απλών ανθρώπων σ’ ένα ζαχαροπλαστείο μιας μικρής πόλης του μεσοπολέμου μπορεί για κάποιους να περνά απαρατήρητη, μπορεί όμως σε κάποιους άλλους να λέει πολλά, γιατί και τα πιο μικρά πράγματα του κόσμου, και οι πιο απλές στιγμές της ζωής, έχουν το δικό τους λόγο και τη δική τους ιστορία. Οι ανθρώπινες κοινότητες μέσα από τέτοιες μικρές απροσδόκητες πράξεις συγκροτούν την τοπική τους ταυτότητα και αναβαθμίζονται ψυχολογικά και κοινωνικά, για να αντέξουν τις δυσκολίες μιας καταπιεστικά επαναλαμβανόμενης καθημερινότητας. Ένα σχόλιο λοιπόν αφιερωμένο σε μια φωτογραφία, σε μια εικόνα καλύτερα, με όσα αντιφατικά συναισθήματα, επώδυνα και μαζί ανακουφιστικά, φέρνει στην επιφάνεια η απόσταση του χρόνου και του τόπου.

Μια πρώτη εντύπωση: στα μάτια των ανθρώπων της φωτογραφίας, μπορεί εύκολα να ξεχωρίσει κανείς ένα συναίσθημα ικανοποίησης για τη συμπαράταξη και την κοινή φωτογράφηση. Γιατί αυτή δεν είναι μια φωτογραφία πελατών ενός καταστήματος που τραβήχτηκε κάποια ουδέτερη στιγμή την ώρα που καταναλώνουν το ποτό ή την «πάστα» τους. Έχουν συγκεντρωθεί εκεί, λίγο τυχαία, λίγο μελετημένα, από τα γύρω καταστήματα, αλλά και από κάποια σχετικώς απομακρυσμένα σημεία όπως ο Σιδ. Σταθμός. Στο συγκρατημένο χαμόγελό των ανθρώπων αυτών μου φαίνεται πως διαβάζω τη φράση: «ήμουν και εγώ εκεί». Η στιγμή μπορεί να μην είναι ιστορική, αλλά μια μικρή υπερηφάνεια για τη συμμετοχή στη φωτογράφηση δεν είναι ολότελα αδικαιολόγητη. Ευχαριστημένοι, αλλά όχι υπερβολικά, χαρούμενοι, αλλά όχι υπέρμετρα, σε κάνουν να θέλεις να μη τους αποχωριστείς, να θέλεις να μείνεις μαζί τους.

Στα χρόνια της φωτογράφησης, λόγω ηλικίας, δεν μπορούσα να γνωρίζω πραγματικά αυτούς τους ανθρώπους. Έχω αντικρίσει όμως τα πρόσωπα, όλων σχεδόν, λίγα χρόνια αργότερα, όταν, μικρό και φιλοπερίεργο παιδί, παρατηρούσα προσεχτικά και επίμονα τους ενήλικες συμπολίτες μας, κάτι που στάθηκε για μένα, μια ανεπανάληπτη εμπειρία και μια υπόγεια διαδικασία εξανθρωπισμού και κοινωνικοποίησης.

Τώρα μπορώ να καταλάβω καλύτερα, εκείνο το χαρακτηριστικό ύφος τους, που το κρατώ, ακόμη και σήμερα, καλά χαραγμένο στη μνήμη μου. Τώρα, μέσα από συσσωρευμένες προσωπικές και κοινωνικές εμπειρίες μπορώ να μιλήσω για ένα τοπικό «ιδίωμα» (όχι βέβαια γλωσσικό), για μια τοπική ταυτότητα ψυχισμού, σκέψης και συμπεριφοράς, που ξανάρχονται στο μυαλό μου μέσα από αυτή τη φωτογραφία: Μια συγκρατημένη εξωστρέφεια, αρκετό χιούμορ και πολύ περισσότερος αυτοσαρκασμός, καρτερικότητα και αξιοπρέπεια, είναι, νομίζω, τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της μικρής ανθρώπινης κοινότητάς μας. Έχω την αίσθηση ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν έκρυβαν αλλά και δεν διατυμπάνιζαν τις προσωπικές τους δυσκολίες. Η στάση τους εκπέμπει μια μετριοφροσύνη και μια σεμνότητα και στο βάθος μια απόχρωση μελαγχολίας, που δεν μπορείς να ξεχωρίσεις αν είναι συστατικό της προσωπικότητας αυτών των συγκεκριμένων ανθρώπων ή ένα σημάδι που αποτυπώνει στα πρόσωπά όλων των συμπολιτών μας, η εποχή τους και ο τόπος τους. Δεν γνωρίζω αν η εθνοψυχολογία, η κοινωνική ψυχολογία, ή απλά η κοινωνιολογία, μπορούν να εντοπίσουν τέτοια χαρακτηριστικά σε μικρές ανθρώπινες ομάδες, αλλά νομίζω ότι η πόλη μας προσφέρεται για τέτοιου είδους επιστημονικές αναζητήσεις. Ούτε πολύ μικρή, ούτε πολύ μεγάλη, βασικά αγροτική αλλά και με ένα αξιόλογο ποσοστό εξαγριωτικών έργων, διοικητικό και εκπαιδευτικό κέντρο μιας εκτεταμένης αγροτικής ενδοχώρας, ανοιχτή στα ρεύματα του εκσυγχρονισμού αλλά και με ισχυρά αντανακλαστικά εσωστρέφειας και συντηρητισμού, αποτελεί ένα αξιοπρόσεχτο σημείο πάνω στον χάρτη των δυναμικών οικισμών της Ελληνικής επαρ­χίας, στον 19ο και στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα.

Τη φωτογραφία αυτή την είδα για πρώτη φορά δημοσιευμένη στην Καλαματιανή εφημερίδα «Μεσσηνιακός Λόγος» μέσω της οποίας, ο φίλος μου Θοδωρής Μπρεδήμας έχει την καλοσύνη να με τροφοδοτεί με μεσσηνιακά νέα. Εκεί διαβάζω τα πατριδογραφήματα του αγαπητού μου Δημήτρη Βαλαβάνη που ξεχειλίζουν από ανθρωπιά και αγάπη για τον τόπο, καθώς και τα ιστορικά σημειώματα από το αρχείο του Μίμη Φερέτου που κατά καιρούς μας θυμίζουν ξεχασμένες στιγμές της Νησιώτικης ιστορίας. Όσο μου έκαμε ευχάριστη εντύπωση η μικρή φωτογραφία που όταν την είδα την εξέτασα αυθόρμητα με τον μεγεθυντικό φακό για να αναγνωρίσω όσο πε­ρισσότερα πρόσωπα μπορούσα, τόσο με παραξένεψε η λεζάντα που τη συνόδευε: «Νησιώτες σε κεντρικό καφενείο προπολεμικά». Κατάλαβα αμέσως ότι η λεζάντα ήταν λαθεμένη, αφού αναγνώρισα χωρίς καμία δυσκολία, το Ζαχαροπλαστείο «Βαλσαμάκη και Λαδά» και όχι κάποιο καφενείο από τα πολλά της ίδιας εποχής, που πολύ καλά επίσης εγνώριζα. Οι ξύλινες τζαμωτές προθήκες στον τοίχο και ο μακρύς υπερυψωμένος πάγκος μπροστά, που ανάμεσά τους κυκλοφορούσε το προσωπικό, ήταν βαθειά εντυπωμένες στη μνήμη μου και η παρουσία τους δεν άφηνε καμιά αμφιβολία για τον χώρο της φωτογράφησης όπως άλλωστε και τα πρόσωπα των ιδιοκτητών Αθ. Βαλσαμάκη και Δ. Λαδά, που αναγνώρισα αμέσως. Ως προς τον προσδιορισμό του χρόνου λήψης τα πράγματα ήταν ευκολότερα. Η ενδυματολογία, οι ηλικίες των προσώπων που είχα αναγνωρίσει, το συνολικό ύφος της φωτογράφησης, μ’ ένα λόγο όλα τα ιστορικά συμφραζόμενα, όπως θα λέγαμε σε μια πιο επαγγελματική γλώσσα, έδειχναν ότι η λήψη είχε γίνει προς τα τέλη της δεκαετίας 1930-1940, και πάντως πριν από τον πόλεμο του ’40 και όσα ηρωικά και λυπηρά ακολούθησαν. Άλλωστε η δημοσίευση της μικρής φωτογραφίας στον «Μεσσηνιακό Λόγο», μιλούσε για Νησιώτες σε κεντρικό καφενείο «προπολεμικά».

Εμείς τώρα, πιο απαιτητικοί παρατηρητές του παρελθόντος, θα θέλαμε βέβαια να ξέραμε πιο πολλά γι’ αυτό το σπουδαίο ντοκουμέντο, αν και όλοι μας αποδεχόμαστε ότι υπάρχουν πράγματα του παρελθόντος που δεν θα τα μάθουμε ποτέ. Ωστόσο τα ερωτήματα πρέπει να τεθούν: Ποιος είχε την ιδέα της φωτογράφησης; Πώς έγινε η επιλογή των προσώπων; Γιατί ένα ζαχαροπλαστείο και όχι ένας άλλος δημόσιος χώρος, ένα καφενείο π.χ.; Η επιλογή του χώρου συνιστά μια κοινωνική διάκριση, όπως ίσως και η ίδια η φωτογράφηση; Προμηθεύτηκαν αντίτυπα της φωτογραφίας όλα τα πρόσωπα και αν όχι γιατί; Πάντως η φωτογραφία, που τεχνικά φαίνεται να είναι άρτια, πρέπει να τραβήχτηκε από έμπειρο φωτογράφο, όχι πλανόδιο, και με φυσικό φωτισμό, κάπου το μεσημέρι.

Ευαίσθητος σε τέτοιου είδους «μηνύματα από τα παλιά», ασφαλώς και λόγω ηλικίας, αλλά και λόγω μακράς θητείας σε μια ιστοριογραφική παράδοση που πιστεύει στην αξία των ντοκουμέντων και ανάμεσά τους των φωτογραφιών, ενημέρωσα σχεδόν αμέσως τον φίλο μου Δημήτρη Δημητρόπουλο, πρόεδρο του Συλλόγου μας, κάνοντάς του ταυτόχρονα την υπόδειξη να αναζητήσει την αρχική φωτογραφία και να τη δημοσιεύσει στον «Πάμισο». Η συζήτησή μας συνοδεύτηκε από μια ευχάριστη έκπληξη. Ο Δημήτρης μου είπε ότι εγνώριζε τη φωτογραφία, ότι μια μεγέθυνσή της έχει αναρτηθεί σε ένα σύγχρονο κατάστημα της Μεσσήνης και ότι τα περισσότερα από τα πρόσωπα της συντροφιάς έχουν αναγνωριστεί. Συμφώνησε βέβαια με την ιδέα της δημοσίευσης στην εφημερίδα του Συλλόγου και ανέλαβε να συγκεντρώσει περισσότερα στοιχεία, τα οποία καταθέτει κι αυτός στη διπλανή στήλη. Προϊόν δικής του επιμονής, άλλωστε, είναι και το σύντομο αυτό σημείωμα – τομή στο χρόνο της παιδικής μνήμης – που αν και θέλει να πει πολλά, λέει πολύ λίγα.

Βασίλης Παναγιωτόπουλος

Φωτογραφία από το αρχείο του κ. Γιώργου Λαδά. Ανατυπώθηκε και κυκλοφόρησε προ 5ετίας από το φωτογραφείο του κου Αρτέμη Φανού. Σήμερα, διακοσμεί τοίχο στο «cafe απόλαυση». Δεν υπήρχε σχολιασμός πίσω από τη φωτογραφία και στα περιγραφόμενα πρόσωπα, υπάρχει πιθανότητα λάθους.

‘Οπως και να ‘χει, είναι μια εικόνα που πιθανόν να μην αντιγράφει την πραγματικότητα, αλλά που κεντρίζει το θεατή και τον παρακινεί να αντλήσει από τη μνήμη του για να την ερμηνεύσει.

Αυτό που έκανε ο κος Βασίλης Παναγιωτόπουλος, με την ασυνήθιστη παρουσίαση ενός συνηθισμένου αντικειμένου.

Δημ. Δημητρόπουλος

 

  1. Άγνωστος
  2. ΘάνοςΚρεμμυδάς, Καφενείο-Κομμωτήριο, γεννηθείς το 1910
  3. Αναστάσιος Θεοδωρόπουλος, Σταθμάρχης (διόρθωση: Ανδρέας Θεοδωρόπουλος)
  4. ΠάνοςΣπάΜας, Μετανάστης από Αμερική
  5. Γιώργος Μυπληναίος, Κουρείο
  6. Αθανάσιος Βαϊσαμάκης, Ζαχαροπλαστείο
  7. Άγνωστος (διόρθωση: Βασίλης Αβαρλής)
  8. Παπουτσόγλου, Στιλβωτήριο
  9. Σταύρος Μπεϊλάς, Αγρότης
  10. Δημήτριος Λαδάς, Ζαχαροπλαστείο
  11. Γιώργος Μιχαλόπουλος, Έμπορος
  12. Γκαρσόν
  13. Γκαρσόν
  14. Γκαρσόν
  15. Άγνωστος νέος
  16. Κων/νος Φωτόπουλος, Έμπορος ή κάποιος Κατσαριώτης
  17. Άγνωστος
  18. Κων/νος Νκολόπουλος, Εμπορομεσίτης
  19. Κουτσαϊμάνης, Αγρότης
  20. ΆγνωστοςΑρτέμης Φανός: Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη γύρω στο 1935 με 1938.Αυτή την εποχή συνηθίζεται,όταν
    παρουσιαζόταν φωτογράφος,να ποζάρουν για μία αναμνηστική.

Δημοσιεύθηκε στο 91 τεύχος του ΠΑΜΙΣΟΥ Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2011

Προβολή Σχολίων