Πλατεία Μεσσήνης, 1930

 Η διασκέδαση στη Μεσσήνη (Νησί) έχει… γαλλικές ρίζες. Ετσι τουλάχιστον μας πληροφορεί τουριστικός οδηγός που εκδόθηκε το 1840 στο Λονδίνο, ο οποίος γράφει: “Το Νησί είναι ένα μεγάλο και ακμάζον χωριό, που προεξέχει, ένα μίλι από τη δεξιά όχθη του Παμίσου, ο οποίος διασχίζεται με μια άθλια ξύλινη γέφυρα. Το χωριό υπέφερε πολλά τον τελευταίο πόλεμο, αλλά πολλά σπίτια έχουν ξαναχτιστεί από τότε. Μια αγορά (παζάρι) που σχηματίζεται από ξύλινα καταστήματα, ιδρύθηκε από τους Γάλλους, αλλά τα καφενεία του, τα μπιλιάρδα και τα καμπαρέ εξαφανίστηκαν μαζί με τα γαλλικά στρατεύματα. Παρουσιάζει μια εντυπωσιακή αντίθεση με τις υπόλοιπες περιοχές. Η πόλη περιβάλλεται από κήπους, αμπέλια, μουριές, βοσκοτόπια και χωράφια από καλαμπόκι. Η κατάσταση σαν συνέπεια από τα γειτονικά έλη και την άρδευση των αγρών είναι ανθυγιεινή. Τα γαλλικά στρατεύματα εδώ υπέφεραν από πυρετούς και άλλες αρρώστιες με ρίγη, οι οποίες επιδεινώνονταν από την απερισκεψία της έκθεσής τους στον καυτό ήλιο κατά τη διάρκεια της ημέρας, και την υγρασία της νύχτας. Σε αυτό ερχόταν να προστεθεί και η χωρίς μέτρο παράδοση στο ρακί, το κρασί και στα φρούτα τα οποία αφθονούσαν στην περιοχή. Ενας ξένος δεν θα μπορούσε να επιτρέψει στον εαυτό του να του επιβληθεί να παραμείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα στις μεγάλες ζέστες σε αυτό το μέρος”.
Η θέση που λειτουργούσε η αγορά δεν είναι γνωστή, όμως μπορούμε να πιθανολογήσουμε πως ήταν στην περιοχή της κάτω πλατείας καθώς οι Γάλλοι είχαν εγκατασταθεί στο Δημοτικό Σχολείο (έναν αιώνα μετά Αγροτική Τράπεζα όπως έχω γράψει σε προηγούμενη ανάρτηση) ενώ εκεί αναπτύχθηκαν ανάλογες δράσεις τις επόμενες δεκαετίες. Τα καμπαρέ εκείνη την εποχή ήταν εστιατόρια με ποτό και τραγούδι και ήρθαν να προστεθούν μαζί με τα μπιλιάρδα στα καφενεία, ως μορφή διασκέδασης. Η αρρώστια που περιγράφεται πρέπει να είναι η ελονοσία καθώς σε γαλλική αναφορά του 1832 αναφέρεται πως την προηγούμενη χρονιά είχαν πεθάνει 40 Γάλλοι στρατιώτες κάτι που αποδιδόταν στο γεγονός ότι από το πότισμα στον κάμπο “τα νερά σχηματίζουν έλη, μολύνουν τον αέρα και καθιστούν όλη την πεδιάδα τόπο μολυσματικής διαμονής”. Πρέπει να σημειωθεί ότι η ελονοσία λεγόταν μαλάρια από τις ιταλικές λέξεις mala aria που σημαίνουν “κακός αέρας” πριν διερευνηθεί πλήρως η επιδημειολογία. Στην αναφορά αυτή συσχετίζεται με τον ήλιο και την κατανάλωση φρούτων όπως αναφέρεται και στον οδηγό. Η ελονοσία “θέριζε” και τον τοπικό πληθυσμό κάτι που δεν καταγράφεται στις πηγές που προαναφέρθηκαν. Εναν αιώνα αργότερα τα λιμνάζοντα νερά της ορυζοκαλλιέργειας προκάλεσαν σοβαρό πρόβλημα και στα μέσα της δεκαετίας του 1930 στο Νησί διαδήλωναν ζητώντας να απαγορευτεί. Αξιοσημείωτη στον τουριστικό οδηγό που προαναφέρθηκε, είναι η αναφορά σε “rakee wine” που σημαίνει ότι ήδη γινόταν επεξεργασία των σταφυλιών και οι Γάλλοι… του έδιναν και καταλάβαινε.
Μπορεί να καμπαρέ εκείνη την εποχή να μην είχαν γυναίκες, όμως στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα (το χειμώνα του 1878) στο Νησί άνοιξε “γυναικείο ωδικό καφενείο”, που σκανδάλιζε τη συντηρητική κοινωνία όπως μας πληροφορεί η εφημερίδα “Δήμος” η οποία εκδιδόταν στην πόλη: “Συνιστώμεν την προσοχήν των τε κ. κ. Επάρχου και Δημαστυνόμου, όπως λάβωσιν τα κατάλληλα μέτρα περί του άρτι ιδρυθέντος ενταύθα γυναικείου ωδικού καφενείου. Διότι εν αυτώ τελούνται πλείστα όσα όργια άτινα παροτρύνουσιν την γενικήν διαφθοράν των ηθών, προ δε και αποτελέσματα δυσάρεστα εν τέλη θέλουσι επισυμβή”.
Και από… γαλλικά ενωρίς βρίσκοιυμε αναφορές σε ιδιαίτερα μαθήματα, όπως και σε άλλες ξένες γλώσσες. Στα τέλη του 1900 ο Ι. Βοϊάτσης “τέως καθηγητής εν Μεσσήνη” ανακοινώνει στο “Θάρρος”: “Διδάσκω Γαλλικά, Αγγλικά και Ιταλικά ευμεθόδως και επί μετρίω διδάκτρω. Προσωρινή διεύθυνσίς μολυ εν Καλάμαις προς τους κ. αδελφούς Τρουπάκη οινοπνευματοποιούς και εν Μεσσήνη απ’ ευθείας προς εμέ”.
[Στη φωτογραφία από ανάρτηση του φίλου συμπατριώτη Γιάννη Πλατάρου, η κάτω πλατεία την εποχή του μεσοπολέμου γεμάτη κόσμο σε κάποια γιορτή]
Προβολή Σχολίων